Η ελευθερία μέσα σε μια κοινωνία είναι απλώς η χρήση που ο κάθε πολίτης έχει τη δύναμη να κάνει της νοημοσύνης του (Ζαν Φρανσουά Ρεβέλ).
Χάρη στον τύπο και στις δραστηριότητες των παντός τύπου συλλόγων και σχολών για την εκμάθηση των υπολογιστών, ως στοιχείου της καθημερινής μας ζωής, το κλίμα της αναγέννησης μέσω των κινητών τηλεφώνων των ταμπλετών και άλλων παρομοίων, καταλήγει να διαποτίσει ευρείς τομείς της κοινής γνώμης. Παραδοσιακές δομές της σκέψης τέθηκαν σταδιακά σε αμφισβήτηση.
Ολοένα και περισσότεροι οπαδοί της μηχανικής μεταρρύθμισης καταγγέλλουν τις αδυναμίες της οργάνωσης και τις ανεπάρκειες ή τα λάθη που χαρακτηρίζονται ανθρώπινα. Πώς λοιπόν μπορεί κανείς να εξετάσει το ζήτημα της σκέψης ως ένα είδος υλικοποίησης που διέπεται από ρυθμιστικά κανονιστικά πρότυπα μιας μηχανής; Ταυτόχρονα δημιουργείται ένα πρότυπο το οποίο ενώ δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως πλήρως ανθρώπινο μπορεί να εξακριβώσει τις λειτουργίες της καθημερινής ζωής (!) ισχυροποιώντας τα ρυθμιστικά του πρότυπα.
Ποιες είναι λοιπόν οι ζωές που αξίζουν προστασία και ποιες που αξίζουν θλίψη; Πιθανόν αυτές οι οποίες μπορούν να αγοράσουν και να χειριστούν ένα κινητό τελευταίας τεχνολογίας και συμμετέχουν στις διαδικασίες ταύτισης που επιβάλλει το κράτος και αυτές που δεν μπορούν. Φυσικά οι πρώτοι αξιολογούνται ως πολίτες που έχουν σημασία. Οι δεύτεροι αξιολογούνται ως αποκλεισμένοι και απονενοποιημένοι πολίτες.
Όπως πολύ σωστά έλεγε ο Jacques Ellul : “ Αν το κράτος τοποθετείτε και αυτό σε ένα τεχνικό επίπεδο, παίρνει αποφάσεις σύμφωνα με την τεχνική οργάνωση, με τη καλύτερη δυνατή χρησιμοποίηση της τεχνικής, αν υπακούει στην παραγωγικότητα, στην καλύτερη αποδοτικότητα των εθνικών πόρων, στην πίστη σε μια γρήγορη ανάπτυξη, τότε ανταμώνει αναγκαστικά τις πολυεθνικές ξεπερνά τις αντίθετες διακηρύξεις σ΄ ένα έδαφος συνεννόησης και σχεδόν ταυτότητας.
Η συμφωνία πάνω στην τεχνική ξεπερνά τις αντίθετες διακηρύξεις της ιδεολογίας. Βέβαια εδώ μπορούμε να αναρωτηθούμε : Πώς και με ποιο σκοπό τα συστήματα και οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες που μας οδηγούν κατασκευάζονται και πως και με ποιο σκοπό άλλες δεν κατασκευάζονται; Γιατί λόγου χάριν η επανάληψη μεταξύ των χρονικών στιγμών, δόσεων εξόφλησης ενός χρέους στην Φορολογική Αρχή αντιμετωπίζονται ως ομοιόμορφες στη χρονική τους προέκταση, χωρίς ασθένειες ή ατυχήματα; Δόση Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου κ.ο.κ.; Γιατί απλούστατα ο χρόνος ζωής πρέπει να χωροποιηθεί και να οροθετηθεί ως ένα πλήρως προσδιορίσιμο αντικείμενο μέσω των υπολογιστών ως ένα πλήρως μιμητικό και επαναλαμβανόμενο γεγονός.
΄Ετσι ο κουμπιοχτυπών-πληκτρολογών και εφαπτόμενος των κινητών αντικαθιστά τον ερωτώντα και περιφρονημένο κουλτουριάρη. Το γραμμικό μοντέλο της επαναληψιμότητας των περίπου ίδιων στιγμών δημιουργεί μόνιμες καταστάσεις καθημερινής αλληλουχίας. Η κοινωνική κατασκευή έχει χρονική διάρκεια, χρόνος καφέ, χρόνος διασκέδασης, χρόνος έρωτος, χρόνος οικογένειας και… χρόνος αναψηλαφήσεως κινητού.
Η χρονική στιγμή κυρίως είναι χρόνος ανακάλυψης αντικειμένου είτε πραγματικού είτε αναδρομικής φαντασίωσης επιβεβλημένης πάνω στο παρελθόν. Παλιότερα οι κοινωνικοί κονστρουκτιβιστές ισχυρίζονταν ότι η γλώσσα «διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε τον κόσμο και δεν είναι ουδέτερη».
Σήμερα περπατώντας στα καφενεία και στους χώρους συγκέντρωσης βλέπεις ο καθένας να συνομιλεί με το κινητό του. Η αναπόφευκτη πρακτική σημασιοδότησης του κόσμου και οριοθέτησης είναι η ικανότητα του κινητού μας. Αυτές οι κινητοκατασκευές δημιουργούν την κοινωνική πραγματικότητα και οι αξίες της φαίνονται σταθερές και αμετάβλητες. Αλλάζουν όταν η τεχνολογία μετατρέψει τα πράγματα δεδομένου ότι ο σκεπτόμενος και περιφρονημένος κουλτουριάρης δεν υφίσταται πλέον.
Όταν η πολιτική χρησιμοποιεί αυτές τις αξίες ως πολιτική πραγματικότητα και ωθεί τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται με βάση τις δυνατότητές της, μεταφέρει την πολιτική στα μηχανήματα και στις δυνατότητές τους. Εάν δεχθούμε ότι « οι αλληλεπιδράσεις ενός ατόμου με το περιβάλλον του δημιουργούν τις γνωστικές δομές» γιατί να απορούμε ότι το αντιεμβολιαστικό κίνημα, τη θέση ότι κορονοΐός δεν υπάρχει και τόσα άλλα υφίστανται;
Ο μετριοπαθής κριτικός μπορεί να παραδεχθεί ότι κάποιο μέρος της κοινωνικής αλήθειας είναι κατασκευασμένο οπότε το μη κατασκευασμένο αποκτά σύνορα αλλά όπως έχει λεχθεί καμιά κατασκευή δεν είναι πιο νόμιμη από κάποια άλλη και τα σύνορα μπερδεύονται. Από την άλλη εάν τα σύνορα τα τοποθετεί μια μηχανή τότε αυτό βασίζεται σε μια προγενέστερη οριοθέτηση και ένα τρόπο σκέψεως.
Δυστυχώς οι θεοποιημένες πλατφόρμες διοίκησης δεν είναι πάντα ιδανικές για ανθρώπους εξάλλου όπως έλεγε και ο Ντεριντά «η εξουσία δεν είναι συνάρτηση κάποιας βούλησης αλλά είναι πάντα παράγωγη».
* Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου
είναι Θεολόγος, με σπουδές
σε θέματα Διοίκησης Επιχειρήσεων (ΑΣΟΕΕ),
πρώην εκπαιδευτικός και νυν αγρότης.