Ανέβηκαν οι τόνοι χθες το πρωί κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου για το κράτος δικαίου στη Πολωνία. Αφορμή η απόφαση της 7ης Οκτωβρίου του Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας που υποστηρίζει την υπεροχή του εθνικού Συντάγματος επί του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου. Η απόφαση αυτή έρχεται μετά από μια σειρά μεταρρυθμίσεων της πολωνικής κυβέρνησης που περιορίζουν την ανεξαρτησία της δικαστικής αρχής, δημιουργώντας εντάσεις μεταξύ του κράτους-μέλους και της Κομισιόν.
Η απόφαση του πολωνικού Συνταγματικού Δικαστηρίου βαίνει κόντρα στις βασικές αρχές της ΕΕ και του ευρωπαϊκού δικαίου, το οποίο υπερισχύει των εθνικών συνταγμάτων, ανέφερε η Πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα Φον ντερ Λάϊεν. Παράλληλα κάλεσε την πολωνική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της ως προς τη μεταρρύθμιση του δικαστικού κλάδου και να τηρήσει τις υποχρεώσεις της, βάσει ευρωπαϊκού δικαίου. Η Φον ντερ Λάϊεν αναφέρθηκε σε τρεις τρόπους αντιμετώπισης της συνταγματικής κρίσης από τη πλευρά της Κομισιόν. Πρώτον, η προσβολή της πολωνικής απόφασης μέσω της δικαστικής οδού. Δεύτερον, η εφαρμογή μηχανισμού αιρεσιμότητας (conditionality) για την εκταμίευση πόρων από πακέτα στήριξης της ΕΕ, όπως το Next Generation EU.
Τέλος, η Φον ντερ Λάϊεν ανέφερε την δυνατότητα επίκλησης του άρθρου 7 της Συνθήκης της ΕΕ, ουσιαστικά αναστέλλοντας το δικαίωμα ψήφου της Πολωνίας στο Συμβούλιο της ΕΕ.Από τη πλευρά του, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ματέους Μοραβιέτσκι, ο οποίος έφερε την επίμαχη υπόθεση στο Συνταγματικό Δικαστήριο, επέμεινε στην ορθότητα της απόφασης, κάνοντας λόγο για «εκβιασμό» από τη πλευρά της ΕΕ.
«Polexit»και ΕΕ
Οι εξελίξεις του Οκτωβρίου έχουν κάνει το «Polexit» να επιστρέψει σαν λέξη στα δημοσιεύματα των τελευταίων εβδομάδων.Το πολεμικό κλίμα που επικρατεί τα τελευταία χρόνια μεταξύ Πολωνίας και ΕΕ, λόγω των διαφωνιών περί κράτος δικαίου, έχει κάνει αρκετούς να μιλήσουν και στο παρελθόν για τη πιθανότητα εξόδου της χώρας από την ΕΕ. Ενώ η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου έχει θέσει ένα νομικό προηγούμενο στη διαδικασία (όσο χαώδης και αν αποδεικνύεται αυτή, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της εξίσου χαοτικής διαπραγμάτευσης), το «Polexit» δεν αποτελεί πιθανό σενάριο. Η Πολωνία είναι από τις πρώτες χώρες σε επίπεδο κοινωνικής αποδοχή της ΕΕ, πράγμα που φαίνεται και από τις ρητές δηλώσεις κατά του ενδεχόμενου εξόδου, στον αιχμηρό ωστόσο λόγο του Μοραβιέτσκι στη χθεσινή Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου. Πέραν αυτού,η γεωγραφική τοποθεσία της χώρας, χαρακτηριστικό που ιστορικά την καθιστά «νεκρή ζώνη» αντιμαχόμενων δυνάμεων, αποτελεί ύψιστης γεωστρατηγικής σημασίας για το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Αυτό κάνει τη περίπτωση της Πολωνίας τελείως διαφορετική από αυτή του Brexit.
Αυτή τη στάση σκιαγραφούν και οι δηλώσεις της Γερμανίδας Καγκελάριου, Άνγκελα Μέρκελ, που κάλεσε την περασμένη Παρασκευή για «συμβιβαστικές λύσεις». Παράλληλα, η Μέρκελ προσπαθεί να αναπληρώσει χαμένο έδαφος με τη Πολωνία, λόγω της γερμανικής στήριξης του ρωσικού αγωγού NordStream 2.
Από την άλλη, η προσφορά της γαλλικής EDF για κατασκευή πυρηνικών αντιδραστήρων στη Πολωνία που κατατέθηκε την περασμένη εβδομάδα, μαζί με την συμμετοχή της Πολωνίας στα κράτη-μέλη που ζητούν την ένταξη της πυρηνικής ενέργειας στο σχεδιασμό της «Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας» (EUGreenDeal), καθιστούν και τη Γαλλία υπέρμαχο συμβιβαστικών λύσεων.
Παράλληλα, Μέρκελ και Μακρόν πιέζουν τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της ΕΕ, Σαρλ Μισέλ, να μην συμπεριλάβει το ζήτημα του πολωνικού κράτους δικαίου στην διάταξη του Ευρωπαϊκού Συμβούλιου που πραγματοποιείται αύριο και τη Παρασκευή.
Σε αυτό το κλίμα και παρά το έντονο ύφος της Φον ντερ Λάϊεν στη χθεσινή Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, τα εργαλεία της Κομισιόν προς αντιμετώπιση της συνταγματικής κρίσης είναι περιορισμένα. Η πρώτη λύση της δικαστικής οδού αναμένεται να είναι χρονοβόρα και προβληματική στην εφαρμογή της, αν συνυπολογίσουμε την παρούσα στάση της πολωνικής κυβέρνησης.
Παράλληλα, η Ουγγαρία, η οποία βρίσκεται επίσης αντιμέτωπη με τον κίνδυνο αντίστοιχων κυρώσεων από τη Κομισιόν, αναμένεται να στηρίξει την Πολωνία θέτοντας βέτο στην κήρυξη του άρθρου 7 για αναστολή των δικαιωμάτων ψήφου στο Συμβούλιο της ΕΕ.
Ο μόνος μοχλός πίεσης της ΕΕ είναι η εκταμίευση πόρων από τα πακέτα στήριξης. Η Κομισιόν δεν έχει ακόμα εγκρίνει το ποσό των 57 δισ. ευρώ που έχει υπολογιστεί για τη Πολωνία, στα πλαίσια του πακέτου στήριξης για τη πανδημία. Ωστόσο, η εφαρμογή της αιρετικότητας εγκυμονεί κινδύνους.
Μια τέτοια κίνηση μπορεί να εργαλειοποιηθεί από την πολωνική κυβέρνηση, ενισχύοντας την ευρωσκεπτικιστική της ρητορική. Πέραν αυτού, όπως έχει φανεί και στην Ελλάδα, η εφαρμογή της αιρετικότητας μπορεί να πλήξει τα κοινωνικά στρώματα από τα οποία λαμβάνει και τη στήριξη της η ΕΕ.
Η Υπόσχεση της Πολιτικής Ολοκλήρωσης
Το ζήτημα το οποίο επανέρχεται στην επιφάνεια μέσα από αυτή τη διαφωνία δεν είναι κάτι καινούργιο. Αντίσταση στη περαιτέρω ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού projectκαι ειδικά ως προς τη νομοθέτηση από ευρωπαϊκά όργανα, υπήρχε πάντα, ακόμα και από ενταγμένα κράτη-μέλη. Δεν είναι λίγες οι φορές που το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο έχει κατακρίνει πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στη διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη – αποφάσεις τις οποίες επικαλούνται και οι Πολωνοί δικαστές στις ετυμηγορίες τους.
Παραχωρήσεις στις υποχρεώσεις προς περαιτέρω ολοκλήρωση είχε ζητήσει και ο Βρετανός Πρωθυπουργός, Ντέιβιντ Κάμερον, την εποχή πριν το δημοψήφισμα του Brexit. Ίσως στη μεγαλύτερη πιθανή ειρωνεία, ο επικεφαλής της ΕΕ για τη διαπραγμάτευση του Brexit, Μισέλ Μπαρνιέ, υποσχέθηκε πριν λίγους μήνες αντίστοιχο δημοψήφισμα στο θέμα του ευρωπαϊκού δικαίου, στα πλαίσια της προεκλογικής του καμπάνιας για τη προεδρία του γαλλικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος! Παλαιότερο, αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα, η άτυχη μοίρα του Ευρωπαϊκού Συντάγματος στα δημοψηφίσματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας το 2005.
Τα Καινούργια Ρήγματα
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ΕΕ έχει ριζικά δημοκρατικά κενά, όσον αφορά την λογοδοσία και δικαιοδοσία της νομοθετικής διαδικασίας. Αυτός είναι και ο λόγος που ηγετικά κράτη-μέλη, όπως η Γερμανία, προχωρούν αργά στη περαιτέρω εκχώρηση δικαιοδοσίας στις Βρυξέλλες και την πολιτική ολοκλήρωση της ΕΕ. Η αναμφίβολη παραμονή της Πολωνίας στην ΕΕ όμως, δημιουργεί μια άλλη δυναμική στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή.
Η ήδη υπάρχουσα τάση αμφισβήτησης προς την ικανότητα της ΕΕ να λύνει τα προβλήματα της, ενδέχεται να οξυνθεί αν τα κράτη-μέλη της επιλέγουν να εφαρμόζουν μονάχα τις συμφωνίες που οι κυβερνήσεις τους θέλουν. Αυτό θα αποδυναμώσει περαιτέρω τις ευρωπαϊκές αξίες και αναμφίβολα θα δυσκολέψει τη χάραξη κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής, ειδικά σε μια εποχή αλλαγών και αναταράξεων.
Μια δεκαετία μετά το οικονομικό ρήγμα μεταξύ ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου, ένα πολιτικό ρήγμα αναδεικνύεται πλέον ξεκάθαρα μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Ενώ η αντίδραση του ευρωπαϊκού μηχανισμού στο οικονομικό ζήτημα αποδείχθηκε αμετάβλητη και αρκετά επίπονη σε κάθε επίπεδο, αμφίβολο φαίνεται να αποδειχθεί το ίδιο όσον αφορά τη πολιτική κρίση. Θα είναι δυστυχές αν οι θυσίες που υπέστη το ευρωπαϊκό ιδεώδες, με το άνοιγμα της πόρτας εξόδου του Brexit, χαραμιστούν σε εκπτώσεις των βασικών αξιών, στις οποίες έχουμε δεσμευτεί σαν χώρες μιας πολύπαθης, αλλά παρά ταύτα κοινής ηπείρου.