COP26: Παρελθόν, Παρόν και… Μέλλον;

Η Σύνοδος Κορυφής του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή που πραγματοποιείται τις επόμενες δύο εβδομάδες στη Γλασκώβη ενδέχεται να μείνει στην ιστορία ως το μεγαλύτερο χαμένο στοίχημα της περιβαλλοντικής διπλωματίας. Το παρελθόν του COP και η «τελευταία ευκαιρία» του παρόντος.

Από εχθές και για τις επόμενες δύο εβδομάδες, διπλωμάτες και πολιτικοί από 195 χώρες μαζί με εκπροσώπους της επιστημονικής κοινότητας, καθώς και λομπίστες μη-κυβερνητικών και επιχειρηματικών οργανώσεων, θα συναντηθούν στη Γλασκώβη, στα πλαίσια της Συνόδου του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (COP26). Στους βασικούς στόχους του συνεδρίου συγκαταλέγεται η δέσμευση για περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 1.5 βαθμούς Κελσίου, μέσω της επίτευξης των στόχων για περικοπές εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) μέχρι το 2030 και των δεσμεύσεων για μηδενικούς ρύπους μέχρι το 2050. Παράλληλα, ο στόχος για χρηματοδότηση τεχνολογιών πράσινης ανάπτυξης και προστασίας των κοινοτήτων από την κλιματική αλλαγή σε αναπτυσσόμενες οικονομίες αναμένεται να μονοπωλήσει τις διαπραγματεύσεις, ο οποίος παραμένει σταθερά κάτω του συμφωνηθέντος ποσού για τουλάχιστον 100 δις δολάρια ετησίως.

Η Ιστορία του COP

Χτίζοντας στη βάση που είχε θέσει το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ (1987), η Σύμβαση-Πλαίσιο του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC) συμφωνήθηκε το 1992 στο Ρίο ντε Τζανέιρο και εφαρμόστηκε το 1994. Έκτοτε, το COP έγινε ο ετήσιος θεσμός λήψης αποφάσεων για την εφαρμογή της Σύμβασης, καθώς και όργανο επιτήρησης των κρατικών δεσμεύσεων ως προς τη περιβαλλοντική πολιτική τους.

Η πρώτη Σύνοδος COP πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο το 1995, όπου και αναδεικνύεται το ζήτημα των ευθυνών για την κλιματική αλλαγή. Υπό την προεδρία της τότε Γερμανίδας Υπουργού Περιβάλλοντος, Άνγκελα Μέρκελ, αναγνωρίζεται η ανάγκη της συμβολής όλων των κρατών στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, ενώ οι ανεπτυγμένες οικονομίες αναλαμβάνουν την κύρια ευθύνη στη δημιουργία του περιβαλλοντικού ζητήματος και δεσμεύονται να ενισχύσουν τις λιγότερο ανεπτυγμένες στην «πράσινη» μεταβίβαση. Την επιτυχία της «Δέσμευσης του Βερολίνου» (Berlin Mandate), όπως και των «πράσινων» κινημάτων στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα να τεθεί το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής στο ανώτατο διπλωματικό επίπεδο, επισκίασε η μη εφαρμογή του Πρωτόκολλου του Κιότο (1997) από τις ΗΠΑ.

Η μη επικύρωση του Πρωτόκολλου του Κιότο από το Κογκρέσο φρέναρε την πρόοδο που είχε αναπτύξει το περιβαλλοντικό κίνημα,  αναδεικνύοντας παράλληλα το κύριο πρόβλημα πίσω από αυτό το ζήτημα: την αποτυχία συλλογικής δράσης (collective action failure). Η έλλειψη ηγεσίας από κράτη με ισχυρή επιρροή στα διεθνή ζητήματα θέτει βασικά κωλύματα στην εφαρμογή οποιασδήποτε πολιτικής για το περιβάλλον. Η απουσία προτάσεων σε επίπεδο μέτρων και στόχων ως προς την εκπομπή ρύπων υπήρξε ενδεικτική κατά την αποτυχημένη Σύνοδο COP του 2009 στην Κοπεγχάγη.

Η κατάσταση βελτιώθηκε με την Συμφωνία του Παρισιού που εγκρίθηκε το 2015, θέτοντας για πρώτη φορά ρητούς στόχους ως προς την σταθεροποίηση της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω των 2 βαθμών Κελσίου και ιδανικά στους 1.5 βαθμούς. Παράλληλα, η Συμφωνία δεσμεύει τα κράτη με εθνικούς στόχους (nationally determined contributions – NDCs) για τη μείωση ρύπων με χρονοδιάγραμμα μέχρι τα μέσα του αιώνα. Η απόσυρση της Αμερικής από την Συμφωνία του Παρισιού, κατόπιν απόφασης του Προέδρου Τράμπ, ανέδειξε ξανά το εύθραυστο πλαίσιο του UNFCCC και την αδυναμία του COP να επιβάλλει κυρώσεις στα ισχυρά μέλη που παραβιάζουν τις δεσμεύσεις τους.

Τα Μελανά Σημεία του COP26

Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η χθεσινή τελετή έναρξης του COP26 στη Γλασκώβη επισκιάστηκε από την Σύνοδο G20 που πραγματοποιούταν στη Ρώμη. Ωστόσο, στο τέλος της Συνόδου, το κοινό ανακοινωθέν που δημοσιεύθηκε χαρακτηρίστηκε ανεπαρκές, ενώ δεν περιείχε καμία αναφορά στον στόχο μηδενικών εκπομπών CO2 μέχρι το 2050. Ενδεικτική επίσης της realpolitik του περιβαλλοντικού ζητήματος στα πλαίσια των διεθνών θεσμών είναι και η απουσία του Ρώσου Προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά και του Κινέζου Προέδρου, Σι Τζινπίνγκ από το G20 και το COP26, οι οποίοι θα συμμετάσχουν μόνο μέσω βιντεοκλήσης. Ήδη τα δύο αυτά κράτη έχουν αλλάξει τη δέσμευση τους στον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού για μηδενική εκπομπή CO2 για το 2060. Η ραγδαία ανάπτυξη της κινεζικής βιομηχανίας, αλλά και τα ρωσικά συμφέροντα σε ορυκτά καύσιμα όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο δημιουργούν αντίρροπες δυνάμεις ως προς τις περιβαλλοντικές δεσμεύσεις αυτών των κρατών. Παράλληλα, αντιτείνουν το επιχείρημα ότι η Δύση έχει εκμεταλλευτεί την ανάπτυξη και την ευημερία που της χάρισε καύση ορυκτών για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να της αναλογούν πιο αυστηρές δεσμεύσεις από αυτές των αναπτυσσόμενων οικονομιών.

Εδώ είναι που η «Δέσμευση του Βερολίνου» συναντάει την αποτυχία της συλλογικής δράσης και δημιουργεί τη δυσκολία στη τήρηση του περιβαλλοντικού πλαισίου και των δεσμεύσεων που απορρέουν από UNFCCC. Οι αναπτυσσόμενες οικονομίες έχουν δίκιο ως προς το ότι οι δυτικές οικονομίες έχουν ιστορικά τη μεγαλύτερη συμβολή στο ποσοστό άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Καμία όμως δέσμευση για ένα τόσο παγκόσμιο πρόβλημα δεν μπορεί να μην εμπεριέχει τις μεγαλύτερες οικονομίες του σήμερα. Η απουσία λοιπόν της Ρωσίας και της Κίνας από το COP26 θέτουν σε μεγάλη αμφισβήτηση οποιαδήποτε απόφαση παρθεί τις επόμενες δύο εβδομάδες. Από την άλλη, οι ΗΠΑ μπορεί να έχουν επιστρέψει στην εφαρμογή της Συμφωνίας του Παρισιού, επισήμως τον περασμένο Φεβρουάριο, παρόλα αυτά, η Σύνοδος στη Γλασκώβη αποτελεί στοίχημα για το κατά πόσο ο Αμερικανός Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, θα καταφέρει να συσπειρώσει τη Δύση για ταχύτερη στήριξη στη «πράσινη» μετάβαση παγκοσμίως. Αυτό θα είναι αρκετά δύσκολο, ειδικά σε μια εποχή όπου η ενεργειακή κρίση και η αύξηση πληθωρισμού δημιουργούν αντίρροπες δυνάμεις σε ραγδαίες και δαπανηρές «πράσινες» μεταρρυθμίσεις. Το αδύναμο ανακοινωθέν του G20 σίγουρα θέτει ένα αντίστοιχο πλαίσιο για το COP26.

356…403…412…413…

Κατά τη πρώτη διατύπωση της ανθρώπινης επιρροής στη κλιματική αλλαγή σε ανώτατο διπλωματικό επίπεδο, το 1992 στο Ρίο, το ποσό συγκέντρωσης διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα ανερχόταν σε 356 ppm (μέρη ανά εκατομμύριο). Όταν οι πρώτοι ρητοί στόχοι τέθηκαν από τη Συμφωνία του Παρισιού το 2015, το ποσό ήταν στα 403 ppm, ενώ το 2020 στα 412 ppm. Ο στόχος για το COP26 είναι τα 413 ppm. Παράλληλα, περιβαλλοντολόγοι προειδοποιούν ότι με την υπάρχουσα τροχιά, η παγκόσμια αύξηση θερμοκρασίας στο τέλος του 21ου αιώνα αναμένεται στους 3 βαθμούς Κελσίου, σχεδόν διπλάσια από τον στόχο του 1.5 βαθμού, που ήδη προμηνύει καταστροφικές αλλαγές για το περιβάλλον και την κοινωνία.

Στον απόηχο της οικονομικής κρίσης του 2007-08, η παγκόσμια κοινότητα δεν κατάφερε να συντονιστεί με γνώμονα ένα άλλο παγκόσμιο πρόβλημα και να θέσει επείγουσες δεσμεύσεις για αλλαγές, στα πλαίσια του COP15 στην Κοπεγχάγη το 2009. Η Σύνοδος COP26 στη Γλασκώβη έχει χαρακτηριστεί ως η «τελευταία ευκαιρία» να δοθεί μια λύση στην παγκόσμια κρίση της κλιματικής αλλαγής. Ας ελπίσουμε, για το καλό των δικών μας και των μελλοντικών γενιών, ότι η εξίσου παγκόσμια κρίση του Covid-19 αποτελεί μια ακριβή απεικόνιση του τι μας περιμένει και στο περιβαλλοντικό μέτωπο – για να μην αναφέρω στον επίλογο την άμεση σχέση της πανδημίας με την κλιματική αλλαγή και την ανθρώπινη παρέμβαση στο οικοσύστημα. Φαινόμενα όπως οι φωτιές το καλοκαίρι στη Μεσόγειο, οι πλημμύρες στη βορειοδυτική Ευρώπη και η ξηρασία στη Βραζιλία (για να αναφερθούμε σε γεγονότα μόνο του τελευταίου εξαμήνου), θα γίνονται ολοένα και πιο έντονα και εντατικά, δημιουργώντας οικονομικά και κοινωνικά «απόνερα» για ολόκληρο τον πλανήτη.

Cookie policy
We use our own and third party cookies to allow us to understand how the site is used and to support our marketing campaigns.