Έπεσε το Σάββατο η αυλαία της Συνόδου του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή στη Γλασκώβη (COP26), φέρνοντας τις διαπραγματεύσεις δύο εβδομάδων στη κλιμάκωση τους κατά το κλείσιμο της Ολομέλειας. Με παράταση μιας ημέρας – πράγμα σύνηθες για κλιματικά συνέδρια – η χρυσή τομή βρέθηκε όσον αφορά το ψήφισμα της Συνόδου, παρόλο που αυτό χαρακτηρίστηκε ως «απογοήτευση» από αρκετές αντιπροσωπίες χωρών, ανεπτυγμένων και μη. Οι διαπραγματεύσεις ήταν πυρετώδεις μέχρι την τελευταία στιγμή, με τον πρόεδρο της Συνόδου COP26 και μέχρι πρότινος Υπουργό Επιχειρήσεων, Ενέργειας και Βιομηχανικής Στρατηγικής (BEIS) του Ηνωμένου Βασιλείου, Άλοκ Σάρμα, να πηγαινοέρχεται νευρικά, προσπαθώντας να αποσπάσει συμβιβασμούς, μεταξύ διαφόρων εθνικών αντιπροσωπιών.
Κεντρικά θέματα του COP26 αναδείχθηκαν 1) ο στόχος για τη διατήρηση της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 1.5 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2100, 2) η εξασφάλιση χρηματικών πόρων ύψους 100 δις δολάρια για την πράσινη προσαρμογή αναπτυσσόμενων χωρών, στόχος που θεσπίστηκε στη Συμφωνία του Παρισιού (2015), αλλά έκτοτε δεν πληρείται απολύτως, 3) το ζήτημα της αποζημίωσης κρατών που ήδη επωμίζονται το κόστος της κλιματικής αλλαγής και τέλος, 4) την αποεπένδυση και σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων, όπως ο άνθρακας. Στο τέλος της Συνόδου, οι δύο πρώτοι στόχοι επετεύχθησαν (τουλάχιστον επί της αρχής…), ενώ οι άλλοι δύο «χάθηκαν» στη γλώσσα του τελικού κειμένου της συμφωνίας.
Το Ελπιδοφόρο Ξεκίνημα
Στις πρώτες ημέρες κιόλας, η Ινδία έδωσε τον βηματισμό με τη δέσμευσή της για μηδενικούς ρύπους μέχρι το 2070. Όσο μακροπρόθεσμος και αν χαρακτηρίζεται αυτός ο στόχος, αποτελεί την πρώτη φορά που η συγκεκριμένη χώρα αναλαμβάνει μια τέτοια ευθύνη, πόσο μάλλον όταν αποτελεί την τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2), μετά την Κίνα, τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Αντίστοιχες δεσμεύσεις για το 2050 έχουν αναλάβει οι ΗΠΑ και η ΕΕ (Συμφωνία του Παρισιού, 2015), ενώ η Κίνα πρόσφατα τροποποίησε τον δικό της στόχο για μηδενικούς ρύπους για το 2060 (όπως και η Ρωσία).
Τέτοιες εκπλήξεις στο ξεκίνημα του COP26, έκαναν μια μερίδα αναλυτών και διπλωματών να εκφράσουν συγκρατημένη αισιοδοξία για το αποτέλεσμα της Συνόδου. Μεταξύ των θετικών ειδήσεων, ήταν η συμφωνία 100 χωρών για μείωση ρύπων μεθανίου κατά 30% μέχρι το 2030 (σε σχέση με το επίπεδο ρύπων του 2020), καθώς και η συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας για περαιτέρω συνεργασία κατά της κλιματικής αλλαγής μέσα στην τρέχουσα δεκαετία. Παράλληλα, δόθηκαν δεσμεύσεις για την αποκλειστική παραγωγή αυτοκινήτων και φορτηγών βαν μηδενικών ρύπων από αρκετές αυτοκινητοβιομηχανίες και πάνω από 30 χώρες, με στόχο τις κεντρικές αγορές μέχρι το 2035 και την επέκταση στις παγκόσμιες αγορές μέχρι το 2040. Επίσης, η συμφωνία 130 χωρών για παύση και αντιστροφή του ρυθμού αποψίλωσης δασών, η οποία καλύπτει το 90% της παγκόσμιας έκτασης δασών, εμπεριείχε, προς έκπληξη όλων, την Βραζιλία και την Κίνα – τον μεγαλύτερο παραγωγό και καταναλωτή, αντίστοιχα, ξυλείας παγκοσμίως. Η Βραζιλία έφτασε και σε σημείο να δεσμευτεί για τη ολοκληρωτική πάταξη της παράνομης ξυλείας στον Αμαζόνιο μέχρι το 2028, φέρνοντας το στόχο κατά 2 χρόνια νωρίτερα από αυτόν που είχε δηλώσει ο Πρόεδρος Ζαΐρ Μπολσονάρο κατά τη κλιματική σύνοδο του περασμένου Απριλίου που είχε διοργανώσει ο Λευκός Οίκος.
Οι Στόχοι και η… Πραγματικότητα
Παρόλα αυτά, στη σκιά αυτών των δεσμεύσεων και στόχων, παραμένει η δυσπιστία αρκετών ως προς την εφαρμογή τους. Οι προβλέψεις ειδικών για τα ήδη εφαρμοσμένα μέτρα κρατών δείχνουν αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2.7 βαθμούς Κελσίου μέχρι το τέλος του αιώνα. Οι δεσμεύσεις που δόθηκαν κατά τη διάρκεια του COP26, φέρνουν την αύξηση αυτή στους 2.1 βαθμούς Κελσίου. Οι δύο αυτές προβλέψεις αποκλίνουν κατά πολύ του στόχου των 1.5 βαθμών Κελσίου της Συμφωνίας του Παρισιού, με αποτέλεσμα το τελικό ψήφισμα να δεσμεύει τα κράτη να ανανεώσουν τα μέτρα που θα λάβουν για την επίτευξη αυτού του στόχου και να τα παρουσιάσουν στην επόμενη Σύνοδο του χρόνου. Επίσης ενδεικτικά είναι τα στοιχεία δορυφόρων που αποτυπώνουν αύξηση του ρυθμού αποψίλωσης του Αμαζονίου κατά τον περασμένο μήνα, σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2020. Τέτοιου είδους αποτυπώσεις της πραγματικότητας κάνουν πολλούς περιβαλλοντολόγους να μιλάνε για επικοινωνιακά παιχνίδια, παρά για ουσιαστικές δεσμεύσεις και αποτελέσματα.
Προς τα μέσα της Συνόδου, οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν να χάνουν ρυθμό. Διαφωνίες υπήρξαν ως προς τη σύσταση ενός παγκόσμιου μηχανισμού για την εμπορία δικαιωμάτων ρύπων, μεταξύ άλλων. Η ανάδειξη του ζητήματος της ιστορικής ευθύνης της κλιματικής αλλαγής από τις ανεπτυγμένες οικονομίες, ήταν για πρώτη φορά στο κέντρο των διαπραγματεύσεων. Παρόλα αυτά, η πρόταση για σύσταση ενός ταμείου αποζημιώσεων που κατατέθηκε από χώρες που επηρεάζονται ήδη από την κλιματική αλλαγή, απορρίφθηκε από την ΕΕ, τις ΗΠΑ και άλλες οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες. Αντ’ αυτού, το τελικό κείμενο κάνει αναφορά στη δημιουργία ενός «ταμείου τεχνικής υποστήριξης» για την ενίσχυση των πληττόμενων χωρών, παράλληλα με την επιμονή στη δέσμευση των 100 δις δολαρίων για τη πράσινη προσαρμογή των αναπτυσσόμενων οικονομιών.
Ωστόσο, η αποποίηση της Δύσης ως προς το ιστορικό μερίδιο της στην ατμοσφαιρική συγκέντρωση CO2, δίνει περαιτέρω επικοινωνιακά όπλα και αφηγήματα σε χώρες, όπως η Κίνα και η Ινδία, οι οποίες υποστηρίζουν ότι αναπτυσσόμενες οικονομίες πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερη επιείκεια ως προς τους κλιματικούς τους στόχους. Υπό αυτό το πρίσμα, τέθηκε και το δραματικό φινάλε του COP26.
Ο Δραματικός Επίλογος του COP26
Παρόλες τις διαφωνίες, το προσχέδιο της Συνόδου έφτασε στο ιστορικό σημείο να κάνει για πρώτη φορά αναφορά στα ορυκτά καύσιμα, αλλά και στη «σταδιακή κατάργηση της καύσης άνθρακα και των αναποτελεσματικών επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων, αναγνωρίζοντας την ανάγκη υποστήριξης προς μια δίκαιη μετάβαση». Αυτή η διατύπωση αποτέλεσε το λόγο που καθυστέρησε το κλείσιμο της ολομέλειας. Μετά από αρκετές συνεννοήσεις με συνδετικό κρίκο τον πρόεδρο του COP26, Άλοκ Σάρμα, η διαδικασία ξεκίνησε και το λόγο πήραν αρχικά η Κίνα και η Ινδία.
Η τροποποίηση της Ινδίας στο επίμαχο σημείο του προσχεδίου για τα ορυκτά καύσιμα, άλλαζε τη διατύπωση από «σταδιακή κατάργηση» σε «σταδιακή μείωση» της καύσης άνθρακα και των επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων. Αυτή η αποδυνάμωση στη διατύπωση που επηρεάζει και το βαθμό της νομικής δέσμευσης σε ένα μέλλον χωρίς ορυκτά καύσιμα, προκάλεσε την αντίδραση αρκετών χωρών χαρακτηρίζοντας την αλλαγή σαν «μεγάλη απογοήτευση». Επίσης, αναφορά έγινε από μικρά νησιωτικά κράτη και άλλες οικονομικά αναπτυσσόμενες χώρες για ασύμμετρη εκπροσώπηση στις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν το τελικό ψήφισμα σε τροποποίηση, καθώς και για αδιαφανείς διαδικασίες ως προς αυτές τις αλλαγές. Παρόλα αυτά, καμία χώρα δεν εναντιώθηκε της απόφασης ή ως προς την διαδικασία, με σκοπό να μην πυρπολήσουν το τελικό ψήφισμα και την Σύνοδο. Ως αποτέλεσμα, το «Σύμφωνο της Γλασκώβης για το Κλίμα» ψηφίστηκε από τα κράτη με τη διατύπωση που προτάθηκε από την Ινδία. Τα ορυκτά καύσιμα κέρδισαν στις καθυστερήσεις.
Αναγνωρίζοντας τις ενστάσεις ως προς τη διαδικασία που έθεσαν τα νησιωτικά κράτη, ο Σάρμα απολογήθηκε και με συγκίνηση εξέφρασε, παρόλα αυτά, την πίστη του στο Σύμφωνο της Γλασκώβης, η οποία διατηρεί τον στόχο για αύξηση μέχρι 1.5 βαθμούς Κελσίου. Με την υπάρχουσα κατάσταση, αυτό αποτελεί ευχή, παρά πραγματική δήλωση. Ενώ τα ορυκτά καύσιμα επιτέλους εντάχθηκαν στη διατύπωση, η απαγκίστρωση μας από αυτές τις πηγές ενέργειας καθυστερεί ακόμα και όχι λόγω τεχνολογίας, αλλά πολιτικής βούλησης.
Το ζήτημα πλέον είναι οι αναθεωρήσεις κρατικών σχεδίων για την μείωση των ρύπων, καθώς και το πόσο θα τηρηθούν στη πραγματικότητα όλα αυτά τα μέτρα. Ορισμένα βήματα έγιναν και σίγουρα η ξεκάθαρη σύνδεση των ορυκτών καυσίμων με τη κλιματική αλλαγή γίνεται πλέον το διπλωματικό status quo. Ο βηματισμός παρόλα αυτά είναι αργός και οι επιπτώσεις αυτού του μοντέλου ανάπτυξης είναι ήδη ξεκάθαρες και όχι μεμονωμένες. Αν έχει δείξει κάτι η πανδημία του Covid-19 είναι ότι οικονομικές προϋποθέσεις μπορούν να υπάρξουν για ριζοσπαστικές πολιτικές λύσεις σε παγκόσμια προβλήματα. Το ερώτημα είναι πλέον ξεκάθαρο: αποτελεί η κλιματική αλλαγή έναν παγκόσμιο κίνδυνο, όπως και η πανδημία που περνάει ο πλανήτης μας; Η απάντηση είναι επίσης ξεκάθαρη και γι’ αυτό απαιτείται η ίδια πολιτική βούληση στην αντιμετώπιση και αυτής της παγκόσμιας κρίσης.
Ακολουθήστε ΤΟ ΖΙΖΑΝΙΟ στο Facebook